Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2013

Αποστάσεις , μαθηματικά , ζωή.

Άλλο 20 και 25, 45 και 50 , 34 και 39.

Και άλλο 16 και 21.
Αλήθεια πόσο μεγάλη είναι η απόσταση από τα 16 στα 21 ; Τεράστια.
Αν είχαμε μια χρονογραμμή και τοποθετούσαμε τα νούμερα πάνω της , το 16 από το 21 θα απείχε μόνο 5 μονάδες, πέντε μέτρα, πέντε εκατοστά ,πέντε χιλιοστά. 
Πέντε χρόνια μόνο
Όχι . 
Στη γλώσσα των μαθηματικών τέτοιου είδους αποστάσεις είναι μικρές. 
Στην πραγματική ζωή όμως 5 χρόνια ισοδυναμούν με μεγάλα χάσματα, μεγάλες διαφορές.
Διαφορετικά θέλω , διαφορετικές προτεραιότητες , διαφορετικός τρόπος σκέψης , διαφορετικός τρόπος ζωής .

Γιατί μπλέκουμε σε καταστάσεις που εξ αρχής δεν έχουν μέλλον;
Όλοι λένε ζήσε το κι ας μην οδηγεί πουθενά.
Όμως κανείς δεν σκέφτεται τον πόνο που συνεπάγεται μια τέτοια απόφαση.
Πόνος γιατί δεν πρόλαβες να το ζήσεις , πόνος γιατί ήθελες κι άλλα να δώσεις και γιατί όχι να πάρεις.
Πόνος που δεν προχωράει . Οι νόμοι της φύσης δεν σε αφήνουν.

Ο πιο λογικός και συνειδητοποιημένος παίρνει την απόφαση. 
Ναι ,ναι για να μην πληγωθείς αργότερα.
Μπορεί αυτό να αποτελεί δικαιολογία. Μπορεί αν είσαι τυχερός όντως να ενδιαφέρεται για σένα.
Αλλά τι σημασία έχει; 
Το αποτέλεσμα παραμένει ίδιο.

Βγάλ'τα πέρα μόνος τώρα.

Κάπου διάβασα : Ποιο είναι πιο αληθινό: τα λίγα δευτερόλεπτα της φωτογράφησης ή τα χιλιάδες αναπολώ των επόμενων χρόνων ; Εσύ απέναντι μου ή εσύ πίσω από κάθε άλλο πρόσωπο;





Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2013

Χρώματα

Περπατήσαμε. Φτάσαμε.
Πρώτη εγώ και μετά εσύ.
Ανεβήκαμε τα σκαλάκια.
Τρία ήταν θυμάμαι.
Έσπρωξα την πόρτα.Μπήκα μέσα.
Ήξερα ότι ήσουν πίσω μου.
Σταμάτησα.
Μπήκες κι εσύ.
Κοίταξα γύρω μου.Μα γίνεται να βρίσκομαι στην Ισπανία;
Όχι.Η Ισπανία ήρθε σε μένα.
Ήταν γεμάτο με κόσμο.
Περιεργάστηκα τον χώρο. Είχε κάτι το μαγικό.
Αυτή η ατμόσφαιρα του σε έκανε να χάνεσαι.
Ελάχιστος φωτισμός.Μόνο μικρά λαμπάκια από εδώ κι από εκεί.
Κάτι πορτατίφ παλιά , με μισοχαλασμένες λάμπες.
Έτσι ήταν το ντεκόρ. Και καναπεδάκια. Και μικρά τραπεζάκια.
Και εσύ πίσω μου. 
Ήθελα να σου πω ότι δεν μ'αρέσουν οι ψηλές καρέκλες με τα ψηλά τραπέζια ,ξέρεις σαν αυτές στα μπαρ. 
Αλλά πριν το καταλάβω καθόμουν ήδη σε μία τέτοια.
Κι εσύ απέναντί μου.
Ήμασταν εγώ κι εσύ . Μόνο.

Δύο κορόνες.
Στην υγειά μας.Έκανα και μία πρόποση ψιθυριστά.
Δεν μιλάγαμε πολύ.
Είπες πως η κορόνα για σένα είναι νερό.
Φυσικά.Μιλάει η εμπειρία και ο πότης .
Πως μπορώ εγώ να την βγω μαζί του στο ποτό; σκέφτηκα.
Δεν το έβαλα κάτω. Είπα στον εαυτό μου πιες ,πιες όσο μπορείς περισσότερο.

Χάζεβα το χώρο. ΄
Ήξερα ότι είχες καρφωμένα τα μάτια σου πάνω μου.
Το αισθανόμουν.
Κάθε φορά που γύρναγα να σε κοιτάξω , τα μάτια μου συναντούσαν τα δικά σου.
Τα δικά σου ήταν ήδη εκεί.
Και μετά το χάος. 
Τα κοίταγα βαθιά. Ο χρόνος σταμάταγε. Προσπαθούσα να ξεχωρίσω τα χρώματα.
Μου χαμογελούσες. Και αυτά έλαμπαν . Και έπαιρναν το σχήμα του μισοφέγγαρου.
Και τα τσίνορά σου έντονα. Μαύρα. Μέσα από αυτά ξεπηδούσαν τα χρώματα της θάλασσας. Ή μάλλον του πράσινου. Ή του γκρι; 
Ή μάλλον όλα μαζί. Ναι αυτό ήταν. Όλα μαζί. Η θάλασσα, τα βράχια, τα αρμυρίκια . 
Δροσιά μου άφηναν τα μάτια σου. 

-Δώσε μου το χέρι σου.
-Ορίστε.
-Όχι αυτό, το άλλο.
-Α ναι , σωστά.
-Κοίτα εδώ διαφορά.
Γέλασες.
-Εεε δεν έχω μικρά δάχτυλα.
-Έχεις όμορφα δάχτυλα.
-Τι έπαθες εδώ;
-Α τίποτα από την κούραση έγινε.
-Δεν σε προσέχουν εκεί;
-Όχι με βασανίζουν.
-Πονάς;
-Όχι , καθόλου. Απλά βγήκε και θα φύγει.
Στο χάιδεψα.
-Τι έπαθες;
-Τίποτα.
-Πες μου.
-Απλά , θα φύγεις.
-Ναι αλλά θα ξανάρθω.
-Ναι σωστά . Θα ξανάρθεις.
-Τα δάχτυλα σου θα χάνονται στα δικά μου κάθε φόρα. Τα δικά μου θα καλύπτουν τα δικά σου.Θα τα προσέχουν .

Ναι. Όπως εσύ εμένα.Θα με πρόσεχες. 
Ναι με πρόσεξες. Και με έσωσες.
Από εσένα.



                                                                                          "Σε μία ακόμα νύχτα εδώ , μαζί σου" είπα ψιθυριστά.